Παρασκευή 11 Φεβρουαρίου 2011

Ο Γιάννης Δημαράς παρουσιάζει το νέο βιβλίο του Μίμη Ανδρουλάκη

Απόψε η παρουσίαση του βιβλίου στην Πάτρα


Μιλώντας στην εκδήλωση για την παρουσίαση του νέου βιβλίου του Μίμη Ανδρουλάκη "«Η ΕΒΔΟΜΗ ΑΙΣΘΗΣΗ troika Μοίρα» που πραγματοποιείται αυτή την ώρα στηναίθουσα του δικηγορικού συλλόγου της Πάτρας, ο Δήμαρχος Πατρέων επισημαίνει:
"Καλωσορίζω  στην Πάτρα τον Μίμη Ανδρουλάκη… Αυτόν τον δεινό μαχητή των ιδεών και της σκέψης, τον άνθρωπο που μπορεί να παράγει κάτι καινούργιο μέσα από την πρόκληση και ξέρει με τον δικό του ιδιαίτερο τρόπο να καταρρίπτει το κάστρο της σοβαροφάνειας και να χτίζει ένα δικό του, ολοκαίνουργιο κόσμο ιδεών …Με  νέο ύφος και νέο ήθος που δεν επιδέχεται  λογοκρισία…
Είναι τιμή για μένα να παρουσιάζω το νέο  βιβλίο αυτού του  ζωηρού διανοητή, που  δίνει  τις δικές  του μάχες από  την εποχή των  επαναστατημένων  αμφιθεάτρων του αντιδικτατορικού αγώνα, μέχρι τις δύσκολες μέρες μας,…. τις μέρες τις τρόικας και του μνημονίου… Ο Μίμης Ανδρουλάκης είναι πάντα μια πρόκληση για οτιδήποτε κλισέ.
Διεισδυτικός ανατόμος της σύγχρονης, κοινωνικής, οικονομικής και πολιτικής πραγματικότητας, πολύπλευρος, αναγεννησιακός, ανήσυχος, στοχαστής, και πολιτικός αμφισβητίας,  με εφηβική ορμή για οτιδήποτε νέο. Ευφυής, πολυσχιδής, με αγέραστη σκέψη, ο Μίμης Ανδρουλάκης, αυτό το εξέχον στέλεχος της αριστεράς, είχε πάντα την τόλμη να επανεξετάζει και να αναθεωρεί τις απόψεις του και ποτέ δεν δίσταζε να τις θέτει ο ίδιος στη βάσανο της κριτικής. Είναι τύχη για τη χώρα μας να έχει φωνές σαν τον Ανδρουλάκη, ιδίως στις μέρες μας.. Τύχη να έχει ανθρώπους που να μπορούν να αρθρώσουν λόγο σε μια εποχή που πρωταγωνιστούν οι κραυγές και ο εύκολος εντυπωσιασμός.
Λόγο  οξύ, αιρετικό, υπερβατικό και συχνά κοφτερό…
Όσο κοφτερός χρειάζεται για να  σε κάνει  να  αφυπνιστείς  και να σηκωθείς από  τον καναπέ σου. Το νέο βιβλίο του Μίμη Ανδρουλάκη εξυπηρετεί αβίαστα αυτό το στόχο…. Είναι το δικό του ελληνικό όνειρο, έτσι όπως αυτό ανακύπτει από τον ψυχισμό και τον ελεύθερο συνειρμό του συγγραφέα για την χώρα, τα πρόσωπα και τις καταστάσεις, στην εποχή της κρίσης. Όπως λέει και ο ίδιος, η έβδομη αίσθηση -Η troika Μοίρα είναι μια παραίσθησή του, ένα "ελληνικό όνειρο" στην "εντατική" που βρίσκεται η πατρίδα μας.

«Η Έβδομη Αίσθηση είναι το συνειρμικό ημίφως που πέφτει στα ανθρώπινα. Μια ελεύθερη περιπλάνηση του νου σαν το καρυδότσουφλο που αφήνεται να παρασυρθεί στα κύματα δίχως να χάνει την επαφή με την πραγματικότητα».

Μέσα  από το βυθό βγαίνει  πάντα κάτι καινούργιο…Σημασία κα αξία έχει, όπως έλεγε ο Αρίστιππος, μόνο ό,τι μπορείς να διασώσεις μαζί με τη ζωή σου σ’ ένα ναυάγιο…. Aυτή είναι πράγματι η αίσθηση που μένει στον αναγνώστη όταν φτάνει στην τελευταία σελίδα αυτού του ανατρεπτικού βιβλίου και μετά από δεκάδες ιστορίες που είναι εντελώς ανεξάρτητες μεταξύ τους αλλά μπλέκονται με ένα τρόπο μαγικό στο μυαλό και στις αισθήσεις, διαβάζει:
«Τα πράγματα μπορεί να είναι διαφορετικά. Ζούμε σε έναν από τους πιθανούς κόσμους, με έναν από τους πιθανούς εαυτούς μας» Σε αυτή τη  διαπίστωση νομίζω ότι συμπυκνώνεται όλο το συγγραφικό ταξίδι του Μίμη Ανδρουλάκη στην τρόικα μοίρα και ταυτόχρονα όλη η ανάγκη του για έξοδο από το γκρίζο. Όλη η νεανική του ανάγκη για νέες ιδέες, για νέα όνειρα, για νέα οράματα…Όλη η ελπίδα του αλλά και η πεποίθησή του ότι μέσα από την κρίση, μπορεί να γεννηθεί κάτι καινούργιο.
Όλη η επαναστατικότητα της σκέψης του  που για άλλη μια φορά μετουσιώνεται σε ένα ρηξικέλευθο στοχασμό και σε έναν ακροβατικό συνειρμό. Η ζωή- λέει- συνεχίζεται και είναι ένα "ελληνικό όνειρο" , με την αρχαιοελληνική έννοια του όρου. Και αναρωτιέται: «Έχεις δει ποτέ σου ένα κάρβουνο στη στάχτη που πάει να σβήσει και ένας αιφνίδιος, στιγμιαίος άνεμος το αναζωογονεί για λίγο, σιγοκαίει, σβήνει και ξαναπροσπαθεί; Αυτή η λεπτή απόχρωση των πραγμάτων, είναι η έβδομη αίσθηση».
Ο Ανδρουλάκης με αυτό το βιβλίο επιχειρεί να δώσει διέξοδο, μέσα από την απαισιοδοξία. Κάνει χρήση του πεσιμισμού για να δείξει την πόρτα της εξόδου από την παράδοση και τη θλίψη. Επιχειρεί να σπάσει ένα νοητό τοίχο. Να παρακινήσει τους πολίτες να αλλάξουν , να αντιδράσουν θετικά, να αποδεσμεύσουν τα ταλέντα τους, να ξαναφτιάξουν παρέες να απαντήσουν με  την πρωτοπορία και την καινοτομία στην ψυχολογία της ερήμου, που -όπως λέει- είναι η πραγματικότητα που ζούμε.
Η κρίση γεννά εφιάλτες. Γεννά δαιμονοποιήσεις  και αφορισμούς. Γεννά  φοβίες και ανασφάλεια. Σε αυτήν την κρίσιμη  καμπή χρειάζονται  εναλλακτικές φωνές, που θα δώσουν διέξοδο…Που θα μας βοηθήσουν να κοιτάξουμε μέσα μας και γύρω μας. Που θα μας βοηθήσουν να κατανοήσουμε την ατομικότητα αλλά και τη συλλογικότητα. Που θα μας βοηθήσουν να βγούμε στη επιφάνεια.
Αυτό  ακριβώς επιχειρεί το βιβλίο του Μίμη Ανδρουλάκη.   Ένα βιβλίο που πλέκει την σύγχρονη πραγματικότητα με την ιστορία και τον μύθο και  φτιάχνει ένα …δικό του μύθο. ‘Ένα δικό του κάτοπτρο μέσα από το οποίο μπορεί ο καθένας να αναγνωρίσει ένα κομμάτι του εαυτού του.
Η έβδομη αίσθηση είναι  δεκάδες μικρές σπονδυλωτές αφηγήσεις. Πνευματικός οδηγός είναι ο σοφός Επιμενίδης από την Κνωσό. Με βασικό εργαλείο τη μεταφορά, ο Ανδρουλάκης μιλά για τον άνθρωπο στον καιρό της κρίσης. Κάνει βουτιά στις υπόγειες διαδρομές της ψυχής, στις αιχμηρές μνήμες του χθες, στις νεφελώδεις προσδοκίες του αύριο. Και μέσα από τον εσωτερικό διάλογο και τη μυθιστορηματική του αφήγηση, προτείνει τρόπους εξόδου από το σκοτάδι. Η αρχή γίνεται με μια μεταφορική πτήση, που έχει να κάνει με τις πρώτες ημέρες της νέας κυβέρνησης
Μια πτήση πανηγυρική που βρίσκεται αίφνης  ενώπιον της προσθαλάσσωσης. Ο Ανδρουλάκης πλέκει έντεχνα τη χριστιανική πίστη με την ορθολογική επιλογή και ξεδιπλώνει σαν χείμαρρο τη σκέψη του..
«Είμαστε στην  επινίκια πανηγυρική  πτήση» λέει ο συγγραφέας. «Οι επιβάτες της πρώτης θέσης έχουν χάσει τα μυαλά τους. Ο κόσμος όλος είναι δικός τους. Στο κάτω κάτω αυτές τις διακριτές θέσεις τις κατέκτησαν, δεν τους χαρίστηκαν. Ο πιλότος υπόσχεται ένα ξεκούραστο και δωρεάν ταξίδι σ’ οποιονδήποτε προορισμό, ακόμα και πολύ μακρινό, καταπράσινο, εξωτικό (...). Η ευτυχισμένη ατμόσφαιρα είναι μεταδοτική. Οι επιβάτες της τουριστικής θέσης κάνουν τα δικά τους όνειρα, δεν είναι λίγο να ταξιδεύεις σ’ αυτήν την πτήση.
Ώσπου ο πιλότος αναγκάζεται να κάνει μια απότομη στροφή και υπό την επιτήρηση της τρόικας συμμαχικών αεροπλάνων…
Μας καλεί να βάλουμε τα σωσίβια και τις μάσκες οξυγόνου όταν πέσουν και με ύφος αφοπλιστικά ήρεμο, ελαφρά εκστατικό, μας αναγγέλλει ότι θα κάνουμε όλοι μαζί ό,τι δεν κάναμε εδώ και δεκαετίες, θα ζήσουμε μια μοναδική, μια αξέχαστη εμπειρία, ικανή να δώσει νόημα στην υπόλοιπη ζωή μας, θα καταπλήξουμε θετικά την Ευρώπη και τον κόσμο…
Ότι ακόμα ο καιρός είναι καλός, ο άνεμος έχει κοπάσει, έχουν ειδοποιηθεί όλα τα περιπλέοντα πλοία και κατεβαίνουμε ομαλά, απαλά, για την αναγκαστική μας προσθαλάσσωση».
.
Ο Μίμης Ανδρουλάκης  επαναφέρει στο βιβλίο του και τις μνήμες από το παρελθόν του.. Από το θυελλώδες, αγωνιστικό παρελθόν του…
Η ανάμνηση τον βγάζει στον Αύγουστο του 1972
«Επιστρέφω- γράφει- σ’ ένα μακρινό πια Αύγουστο και βλέπω ξανά τον εαυτό μου, δίχως να το πολυσκεφτεί, να πηδά στην υδροφόρα που είχε λύσει τους κάβους και ζέσταινε τις μηχανές. Οι διώχτες μου είχαν στήσει καρτέρι στα κρητικά βαπόρια και είχαν αποκλείσει το λιμάνι του Ηρακλείου. Σφηνωμένος ανάμεσα σε κουλούρες συρματόσχοινα ένιωθα το μελτέμι να με μαστιγώνει καθώς βγαίναμε στο Κρητικό πέλαγος. Την είχα πάθει. Υπέθεσα ότι πήγαινε κάπου κοντά, σε κάποιο παραλιακό ξενοδοχείο, το πολύ μέχρι την Ντία, το νησί με τους αίγαγρους. Αν το μελτέμι αγρίευε θα μ’ έπαιρνε η θάλασσα κι έπρεπε τότε να βρεθώ «καβάλα στο δελφίνι» αντί για την υδροφόρα, σαν τον Αρίωνα όταν τον πέταξαν από το καράβι στη θάλασσα. Δώδεκα ώρες την έβγαλα δίχως νερό, όταν επιτέλους το κήτος έκοψε ταχύτητα και έστριψε ίσια κατά τα φώτα του λιμανιού. Στα πεντακόσια μέτρα από την ακτή, τρεις το πρωί, έπεσα στο νερό αφού ασφάλισα τα γυαλιά μου στην κωλότσεπη κι έσφιξα τις μαύρες σαγιονάρες μου στη ζώνη. Έχασα τη δεξιά»
Και λίγο παρακάτω ο συγγραφέας λέει. «Το βράδυ, λαθρεπιβάτης στο πλοίο της γραμμής, έφυγα για τον Πειραιά. Αυτή ήταν η πρώτη και η τελευταία κρουαζιέρα μου στη Μύκονο, η οποία κρατά, σκέφτηκα τότε με συγκίνηση, το ίδιο όνομα εδώ και χιλιετίες. Το διμελές πλήρωμα της υδροφόρας θα πληροφορηθεί το περιστατικό τρία χρόνια μετά. Αν είχα παρουσιαστεί τότε θα με διευκόλυνε; Θα με παρέδιδε στο Λιμεναρχείο; Θα με πέταγε πανικόβλητο στη θάλασσα; Εκ των υστέρων η απάντηση είναι δεδομένη.

.
Ποιος ξέρει γιατί πρώτη  φορά φέτος ανακάλεσα  αυτή την ανάμνηση από τον Αύγουστο του ’72 σε σχετική  ερώτηση του γιου μου Νικόλα για μια καλοκαιρινή μου εμπειρία. Ίσως εξήγηση δίνει το απελπιστικό αίσθημα του αβοήθητου που βιώνει ο Έλληνας καθώς πασχίζει με αδέξιες κι αμήχανες προσπάθειες να κρατήσει το κεφάλι έξω από το νερό».
Αυτή  η προσπάθεια να κρατηθούμε έξω από το νερό, είναι διάχυτη στο βιβλίο του Ανδρουλάκη παρά τις απαισιόδοξες διαπιστώσεις και την περιγραφή μιας ζοφερής πραγματικότητας.
Γράφει  ο συγγραφέας: «Κράτα μόνο γερά τα συρματόσχοινα, τίποτα άλλο μην κάνεις, μη σπαταλάς τις δυνάμεις σου, η τραγικότητά σου αυτές τις ώρες είναι απόλυτη, οι εναλλακτικές λύσεις μηδενίζονται, συνειδητοποίησε ότι είσαι παντελώς αβοήθητος, ρίξε τη μικρή εσωτερική σου άγκυρα στη μέση της καταιγίδας, αφέσου στη ροή των πραγμάτων κι αν επιζήσεις και ωριμάσεις ίσως μια μέρα αναγνωρίσεις στο ναυαγισμό το πανηγύρι της ανθρώπινης ύπαρξης»..
Σε άλλο σημείο ο συγγραφέας κάνει τη δική του εξομολόγηση. Την  εξομολόγηση της γενιάς του:

«Η  τρίτη στη σειρά  Μαύρη Εβδομάδα της  γενιάς μου είναι  νομίζω μεταξύ Δευτέρας 5 και Κυριακής 11 Απριλίου του 2010. Οι άλλες δύο είναι η κήρυξη της δικτατορίας τον Απρίλη του ’67 και η εβδομάδα του προδοτικού χουντικού πραξικοπήματος στην Κύπρο, με συνέπεια την εισβολή των τουρκικών στρατευμάτων. Στις πέντε μέρες του Απρίλη του 2010 τα επιτόκια δανεισμού της Ελλάδας άγγιξαν το όριο άμεσου ‘κινδύνου χρεοκοπίας’ κι εγώ έτρεμα μη φτάσουμε στο αμετάκλητο σημείο στροφής προς τη χιονοστιβάδα, που οδηγεί στη στάση πληρωμών.
Η πολιτική και οικονομική ελίτ της χώρας  στο μεγαλύτερο μέρος  της έπρεπε να αντικρίσει επί ξύλου κρεμάμενο τον Έλληνα πρωθυπουργό στο Νταβός, για να συνειδητοποιήσει επιτέλους ότι βρισκόταν σε εξέλιξη, με αβέβαιη κατάληξη, μια γενικευμένη κρίση του δημόσιου χρέους και όχι μια πρόσκαιρη επίθεση των κερδοσκόπων». Ο συγγραφέας – όπως εύστοχα παρατήρησε ένας αναλυτής του βιβλίου-, γελοιοποιεί συνειδητά το κίνημα της θετικής σκέψης, αλλά και την ελαφρότητα του καπιταλισμού, αναζητώντας την αισιοδοξία μέσα από το φίλτρο του πεσιμισμού, μέσα από τις πιθανότητες και όχι τις ευχές που συνοδεύουν τους ανθρώπους εν μέσω κρίσεων: «Ο οπτιμιστής βλέπει με διαύγεια τα πράγματα, έχει πρόγραμμα για την επιτυχία. Αλλά ο πεσιμιστής, υπό προϋποθέσεις, μπορεί να αποδειχθεί πολύ παραγωγικός από πολιτική και ηθική άποψη». Αυτό μας προτείνει εν τέλει ο Ανδρουλάκης. Η διάχυτη απαισιοδοξία μας να αποδειχθεί παραγωγική".
 Γωγώ Παπαδάκου

www.thebest.gr

.