Κυριακή 27 Φεβρουαρίου 2011

ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ


ΗΤΑΝΕ, που λέτε, ένας κακομοίρης χριστιανός πολύ καθωσπρέπει, νοικοκύρης, μαζεμένος, σπίτι-δουλειά, δουλειά-σπίτι, ούτε γκόμενες, ούτε κουμάρια, συντηρίκλα του κερατά ο άνθρωπος. Με τον σταυρό στο χέρι πορευόταν και έχαιρε της κοινωνίας ολόκληρης τον σεβασμό.

Το… έχε«Του Ασώτου» ιν του μικρό, αλλά του έφτανε, καθότι τα «ρεμέτια» του τα ’χε κανονισμένα και κανενού δεν χρώσταγε κι έννοια καμιά δεν είχε. «Τόσα μας όρισε ο Θεός, με τόσα θα πορευτούμε, κι ας είναι δοξασμένο τ’ όνομά του!», έλεγε και το εννοούσε. Και προνοούσε ο Θεός, τσίμα-τσίμα να τα φέρνει βόλτα ο άνθρωπός Του.

Και ξαφνικά, μια μέρα, κει που ’πινε τον καφέ του, του ’ρθε κάτι σαν ντουβρουτζάς, σκοτεινιάζει το γύρω του, πέφτει τα μπρούμυτα κι ακούει τη φωνή να του μιλάει: «Πάνε, Φανούρη, τα μεγαλεία που ’ξερες». «Ποια μεγαλεία;» «Ολα. Τίποτα δεν θα έχεις. Ξυπόλητος θα περπατάς και άσπρη μέρα δεν θα δεις μέχρι να σε… φυτέψουν». Είχε και τα χρονάκια του, ο άνθρωπος, έκανε τους υπολογισμούς του, είδε πως δεν θα αργούσε να ’ρθει η ώρα να τον φυτέψουν, σκιάχτηκε κι άρχισε τις διαπραγματεύσεις με τη φωνή.

«Μέχρι τα πότε, δηλαδή;». «Ισαμε το ’25», του είπε η φωνή. Τα μετράει, σου λέει πολλά είναι, πώς θα τη βγάλω σερνάμενος μέχρι τα τότες, σκέφτεται. «Κάτι σε ποιο σύντομο δεν διαθέτετε; Ισαμε το ’13 ας πούμε;», τολμά να πει. «Θα μπορούσα, αν το κρίμα σου δεν ήταν τόσο μεγάλο», λέει η φωνή. «Γιατί; Τι έκανα ο δόλιος;», ρωτάει όλο παράπονο. «Ασωτίες! Κλεψιές, ρουφιανιλίκια, κομπίνες, πουτάνες, ξενύχτια, παρανομίες, πανωσηκώματα, βιλάρες με πισίνες, Αρμάνι και Κοκό Σανέλ και κότερα και…».

«Εγώ;», τη διακόπτει τρελαμένος ο Φανούρης. «Εσύ, Ασωτε. Εσύ και όλοι οι άλλοι», φωνάζει οργισμένη η φωνή. «Οι όλοι άλλοι μπορεί, όμως εγώ με τι γραμματικάς γνώσεις περί λαμογιά και δάχτυλο στο μέλι, να τα κάνω;», ψιθυρίζει ο άνθρωπος. «Μαζί τα φάγατε», βροντά κι αστράφτει η φωνή. «Μα πώς το βγάζεις το συμπέρασμα αυτό; Αφού εγώ την ίδια ζωή έκανα πάντα», μιλά και τρέμει ο άνθρωπος. «Στατιστικώς!», του απαντάει η φωνή και συμπληρώνει: «Εφαγες, δεν έφαγες, σου πέφτει μερίδιο στην αποπληρωμή της μάσας!».

Αυτή είναι μια άλλη εκδοχή της παραβολής του Ασώτου που γιορτάζουμε. Κάτι σαν Απόκρυφο Ευαγγέλιο, δηλαδή, που απαγορεύεται ν’ αναφερόμαστε σ΄αυτό!
Γιάννης Κακουλίδης
-www.realnews.gr
/